Έως 45 λεπτά τα πρώτα καρπούζια από τη Βόρεια Ελλάδα
«Στο νοητό τετράγωνο που συγκροτούν τα χωριά Καστανάς, Πρόχωµα, Βαθύλακκος και Νέο Αγιονέρι, στο Κιλκίς, οι κοπές είναι πλέον στο φούλ στις σκεπαστές καλλιέργειες περί τα 1.000 στρέµµατα. Η ποιότητα είναι άριστη και οι τιµές στο χωράφι στα 35 έως 45 λεπτά, αν πρόκειται για µεγάλο φορτίο νταλίκας ή για µικρότερη ποσότητα σε πλανόδιο», εξηγεί στην Agrenda ο Μανώλης ∆αδαρούκας, γεωπόνος από τον Καστανά του Κιλκίς.
Για τιµές πάνω από 40 λεπτά στον παραγωγό, κάνει λόγο και ο Χρήστος Χατζηγιαννάκης, γεωπόνος και παραγωγός καρπουζιού από το Ερατεινό στα όρια Καβάλας – Ξάνθης, όπου επίσης άρχισαν οι πρώτες κοπές στα σκεπαστά µποστάνια. «Η ποιότητα είναι άριστη, αλλά έχουµε µικρότερο τονάζ κατά περίπου 30% λόγος έχω των εναλλαγών του καιρού, που σόκαραν τα φυτά και τα µεγέθη είναι λίγο µικρότερα», εξηγεί ο νεαρός συνοµιλητής µας.
Στο Μακρυχώρι Λάρισας, µε 3.500 στρέµµατα από τα οποία το 90% είναι σκεπαστά, οι κοπές ολοκληρώθηκαν στις υπερπρώιµες ποικιλίες, που έπιασαν ακόµη και 30-35 λεπτά στο χωράφι και µπαίνουν πλέον στις όψιµες. «Οι τιµές εξαγωγής τώρα έχουν πιεστεί στα 20-25 λεπτά. Για την εποχή είναι καλές, το πρόβληµα θα είναι µεγάλο εάν πέσουν κάτω από τα 18 λεπτά», λέει ο παραγωγός ο Ηλίας Τριανταφύλλου.
Στα 20 λεπτά και µε την εξαγωγή να έχει ουσιαστικά σταµατήσει, είναι οι τιµές για τα στρόγγυλα καρπούζια της Ηλείας στην Πελοπόννησο. «Θα δούµε τις επόµενες ηµέρες αν είναι παροδική αυτή η στασιµότητα», είπε ο Νίκος Αγγελόπουλος, έµπορος και ιδιοκτήτης του συσκευαστηρίου Γαιαφρούτα στα Λεχαινά. Καλύτερη είναι η εικόνα για την ποικιλία Sun Florida η οποία παίζει στα 28-30 λεπτά µε τα µεγέθη στην κατηγορία 9-13 κιλά, ενώ οι «βαρέλες» καθώς δεν είναι πολλές καρπώνονται τ από 30 έως 34 λεπτά για τον παραγωγό.
Πάντως η φετινή χρονιά στην Πελοπόννησο, όπως είπε ο κ. Αγγελόπουλος ήταν ικανοποιητική για τον παραγωγό, καθώς και τιµή είχε και αρκετό τονάζ.
Σύµφωνα µε τον Incofruit Hellas, µέχρι σήµερα οι εξαχθείσες ποσότητες καρπουζιού ανέρχονται σε 104.389 τόνους έναντι 78.499 τόνων πέρυσι, αλλά το πρόβληµα είναι ότι µεγάλες ποσότητες φεύγουν ατυποποίητες.
Πηγή Agrenda